Δευτέρα 21 Αυγούστου 2017

"Xειμώνας"


Κόκκινα σύννεφα οι μέρες κρύβονται, πίσω
απ΄το γέλιο του ήλιου. Ψυχές νεαρών, σαν
ξύλινα είδωλα καίγονται τα βράδια στις παρυφές
των επιθυμιών.
Ο χειμώνας ,ποτήρι άδειο από μέλλον ψυχορραγεί
στις λέξεις. Δίχως άλλο, εγκλωβίζεται στα θέλω της. Μια
λεπίδα οι φόβοι, γυαλίζει στην σκέψη. Ανυπάκουες οι
ελπίδες, υποταγμένοι οι μήνες στην ροή του χρόνου.
Χειμώνας ο άνδρας, που ερωτεύτηκε πάλι. Πριν την
λύτρωση έρχεται η νοσταλγία ως τραύμα.

Σάββατο 19 Αυγούστου 2017

"Tαξίδι"


 Διέσχιζε πλέον την ζωή, οδηγώντας την αγαπημένη μηχανή

μεγάλου κυβισμού. Την διάθεση του! Η πρόθεση για να αλλάξει

τις παλιές συνήθειες ήταν εμφανής σε κάθε ενέργεια του.

Ήθελε να σταματήσει την μεγάλη κατανάλωση αλκοόλ, φαγητού

και τα πακέτα τσιγάρων που τα στεφάνια καπνού, κατά την εκπνοή

σχημάτιζαν αδιέξοδα.

Περπατούσε πολύ περισσότερο πλέον, από μια απλή βόλτα έως και την

καθημερινή διαδρομή στην εργασία. Χρησιμοποιούσε το αυτοκίνητο του, πλέον σπάνια. Το ταξίδι στο μέλλον, δεν είχε

στάση για τοξικότητα. Η έκλυση αρνητικής ενέργειας από το ανθρώπινο περιβάλλον είχε φιλτραριστεί στην

δική του ψυχοσύνθεση και απολάμβανε την στιγμή. Την θεμελιώδη αξία της

μνήμης και της εμπειρίας. Καμία φιλία βασισμένη σε αυτή την λογική ,δεν είχε

τύχη από εδώ και στο εξής.

Η διάθεση δεν ήταν τίποτα άλλο από χημεία. Όπως είναι ο έρωτας, η αισιοδοξία και

η ελπίδα.

"Στο πάρτι μας"


 Θέλουμε την λύπη, να δούμε σε σταγόνες κρεμασμένες

στα ποτήρια. Την γεύση της ζωής να κυλήσει στον λαιμό

σε στιγμές γιορτής. Στο πάρτι μας καλέσαμε εσάς που αγαπάτε.

Που την θλίψη ξεπερνάτε, ως ένα σκόπελο στην θάλασσα της νιότης.

Και η μουσική απ΄τα ηχεία αιχμαλωτίζει τα χρόνια.

Ένα είδωλο στήνει με μορφές του αιώνα.Jim Morrison, Jimmy Hendrix

Syd Barrett. Eμφανίζονται στα όμορφα κελεύσματα οι στίχοι τους, και

εμείς ταξιδεύουμε. Όπως τα δάχτυλα ερωτεύονται τις χορδές της κιθάρας

που γεννάνε τις μελωδίες. Απ΄το μπαλκόνι απέναντι τα διαμερίσματα, κυψέλες

ορθώνονται περικλείοντας ανθρώπινους κηφήνες. Οι μέλισσες λίγες, και τα λουλούδια

δεν ανθίζουν. Οι ψυχές τους άδειες, οι καρδιές τους μαύρες ανακυκλώνουν την μιζέρια.

Στην γιορτή που στήσαμε, σε αυτό το διαμέρισμα η νύχτα μοιάζει ατελείωτη. Η μέρα

περιμένει στους πρόποδες του ξημερώματος.

Και εμείς αγκαλιάσαμε τα όνειρα. Λέξεις μικρές θρέψαμε στα τραγούδια. Είναι τα αποτσίγαρα

στα τασάκια τα «όχι» μας σε μικρές και μεγάλες προκλήσεις. Όμως και τα «ναι», είναι

τα φλερτ με χαμηλά φώτα. Στο πάρτι μας.

"Σπασμένο κλειδί"



Ήταν σιωπηλός μπροστά απ’το τριώροφο κατάστημα ρούχων.

Το πρόσωπο του συσπώνταν σαν ένα σημάδι του χρόνου να εκρήγνυται.

Δύο χρόνια! Η απουσία του στην Γερμανία, έμοιαζε με αιώνα .Η απόπειρα

να χτίσει ένα ελπιδοφόρο αύριο είχε πέσει στο κενό.

Όπως και η ψυχολογία του. Το πατρικό του σπίτι, είχε αγοραστεί και στην συνέχεια

γκρεμιστεί από μεγάλη εταιρεία ρούχων λόγω χρεών της ταβέρνας που διατηρούσανε

οι γονείς του. Αυτοί πλέον ζούσανε σε ένα μικρό διαμέρισμα, με χαμηλό ενοίκιο και συντροφιά το παρελθόν. Αναμνήσεις ατελείωτες στο κάδρο του χρόνου.

Πελάτες κάθε ηλικίας μπαινόβγαιναν στο επιβλητικό κατάστημα, και δεν έδιναν σημασία

στην συναισθηματική φόρτιση ενός άρτι αφιχθέντα στην πόλη.40 χαρακιές στην μνήμη, όσα και τα χρόνια του. Εκεί είχε ζήσει από παιδί, μέχρι να μεταναστεύσει. Αναστέναξε

βαθιά, ως άλλη σταύρωση των μύχιων πόθων του.

Κρατούσε μια βαλίτσα με προσωπικά αντικείμενα, και τα γυαλιά ηλίου κάλυπταν την λάμψη

της απόγνωσης του. Οι «κόρες» των ματιών του γύρευαν τους εραστές τους. Ένα αισιόδοξο μέλλον. Η θέληση του όμως έμοιαζε με σπασμένο κλειδί. Όπως εκείνο που βρισκόταν στην τσέπη του παντελονιού, και είχε μείνει ανάμνηση από την πόρτα εισόδου

του πατρικού σπιτιού.

"Πρόβα πρωινού"


 Η κάφτρα του τσιγάρου συντρόφευε λίγες σταγόνες

ουίσκι που είχε χυθεί έξω απ΄το ποτήρι του. Οι κόρες των

ματιών χόρευαν με την σιλουέτα της.

Ούτε καν της είχε ζητήσει το όνομα. Μια μάγισσα της νύχτας

στοίχειωνε την καθημερινή πρόβα πρωινού. Εκείνη που το έργο της τον είχε

μετατρέψει σε κομπάρσο της ζωής.

“Πρέπει να ξυπνήσω στις 06.30.Να πιώ τον καφέ μου και να φάω

δύο τόστ.Να πάω στο γραφείο με την μηχανή ,να καθίσω πίσω απ΄τον υπολογιστή, να…”.Γέλασε.

Γνώριζε την συνέχεια. Ως την ώρα που καθόταν μόνος αργά στο μπαρ

της χαμογέλασε. Πίσω από την μπάρα εκείνη ,μιλούσε με έναν πελάτη.

“Καλό βράδυ Νάνσυ” της είπε και δεν του έδωσε προσοχή. Κάθε γυναίκα

που συναντούσε είχε το όνομα του πόθου του. Εκείνου του ανεκπλήρωτου

που δεν πρόλαβε να ερωτευτεί ποτέ..

"Οκτώβρης στην Θεσσαλονίκη"


Η περιπλάνηση μου στο κέντρο της Θεσσαλονίκης είχε μόλις

ξεκινήσει. Όταν περπατάω στην γενέθλια πόλη μου ,αυτό τον μήνα

νιώθω πραγματικά λυτρωτικά.

Όμορφη η καλημέρα σου, σκορπιέται στους γνώριμους περαστικούς

από την διάθεση που γεννοβολάει η εναλλαγή των χρωμάτων λόγω της αλλαγής

των εποχών. Από την ζέστη στον δροσερό Βαρδάρη, και από τους καρπούς των κλαδιών στα πεσμένα φύλλα των δέντρων. Περιδιαβαίνεις την πλατεία Ναυαρίνου, που σφύζει από νεολαία

και διαθέσεις. Αγχωτικές λόγω των καθημερινών προβλημάτων, μα και χαμογελαστές

όταν η πίστη σου σφίγγεται σαν χειραψία με έναν φίλο ή αγκαλιά με την κοπέλα σου.

Οκτώβρης! Η ανάσα του σε συνοδεύει στην βόλτα μέχρι την παραλία, όπου τα

κύματα του Θερμαϊκού μαλώνουν με το φώς του ήλιου ή του φεγγαριού για τον

θρόνο της πιο όμορφης φωτογραφίας.

Οκτώβρης! Κάτω απ’τον Λευκό Πύργο περιμένω το βράδυ να με συνοδεύσει μέχρι

το ξημέρωμα της Δευτέρας. Μια νέα μέρα θα αρχίσει μαζί της ακουμπισμένη στον ώμο σου

ενώ κοιτάζεστε αμίλητοι..

"Νοκ άουτ(Γράμμα στον Γιώργο)"



Είναι στιγμές που θέλεις να πεις πολλά, μα τα

λόγια δύσκολα ξεφεύγουνε απ΄τα χείλη σου. Διάλεξα

όμως να τα μοιραστώ μαζί σου Γιώργο.

Η ζωή είναι αδιέξοδη, όταν επιλέγεις για φίλο την παθητικότητα

και την αυτομαστίγωση. Εκείνη την αυτοκριτική που δεν σε

μεταμορφώνει σε καλύτερο αλλά σε ένοχο. Η μοναχικότητα

πολλές φορές είναι μια γωνιά του εαυτού, που καταλήγεις

μετά από μια ανούσια βραδινή έξοδο, ή την κουραστική

επιστροφή από την εργασία.

Και έρχεται αναπόφευκτα το απροχώρητο. Δεν μπορείς πλέον να υποκρίνεσαι.

Να λες ότι περνάς καλά, ενώ η ψυχή σου μοιάζει φουρτουνιασμένη

θάλασσα. Όταν καμώνεσαι πώς τα προβλήματα είναι μέρος της

ζωής αλλά ο ίδιος είσαι απελπισμένος και νιώθεις τον ουρανό

ταβάνι που αγγίζει το κεφάλι σου.

Γιώργο όταν κάποια

στιγμή συνειδητοποίησες ότι είσαι πιο δυνατός από τις αδυναμίες σου

η επόμενη μέρα ήταν μια παράταση, που όφειλες να την κερδίσεις με

καθημερινό αγώνα. Ευχαριστώ που διάβασες τις σκέψεις μου..



Υ.Γ. Αφιερωμένο σε κάθε Γιώργο..του «Νοκ άουτ»

"Μάθε"


Μάθε γείτονα ότι νιώθω μονάχος και ας διαμένουμε

αρκετοί στην ίδια πολυκατοικία. Δεν ζήτησα ποτέ τίποτα

από σένα παρά μια «καλημέρα». Ένα ειλικρινές «καλό βράδυ».

Για να μοιράζομαι ανθρώπινες στιγμές, που σε κάθε περίπτωση

θυμίζουνε ότι η φύση μας είναι πλασμένη από συναισθήματα.

Δυστυχώς όμως δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο.

Έχω μέρες να μιλήσω σε κάποιον. Να γελάσω και να διαφωνήσω.

Φίλοι μου λογίζονται πλέον οι γλάστρες μου στο μπαλκόνι που

ποτίζω και το κουτάβι που απέκτησα πριν ένα μήνα.

Μάθε πατέρα, ότι παράκουσα ορισμένες συμβουλές σου. Όπως ότι

στην ζωή οφείλω να χρησιμοποιώ και άνομους τρόπους, ώστε να

πετύχω στους στόχους μου. Δεν είχα το «ταλέντο», ώστε να ψεύδομαι

ασύστολα. Να εξαπατώ συνειδήσεις, και να υπόσχομαι ανέξοδα. Ήμουν

και θα είμαι ειλικρινής, γιατί θέλω να κοιμάμαι ήσυχος. Από τύψεις και

αδικία προς τον συνάνθρωπο μου.

Μάθε δάσκαλε, ότι ήμουνα ο πιο ταπεινός σου μαθητής. Όχι από

αδυναμία αλλά από επιλογή. Καμωνόμουν ότι ήμουνα υπάκουος, αλλά

η αλήθεια ήταν διαφορετική. Συγκρούστηκαν πολλές φορές στα βάθη

της συνείδησης μου οι προτροπές σου με τις δικές μου. Η ζυγαριά

ισορρόπησε. Όχι γιατί ήμουνα εγωιστής, αλλά αντίθετα αν και

ονειροπόλος γνώριζα την πραγματικότητα. Μονάχα που ήθελα να την

αλλάξω και να πρεσβεύω τις απόψεις μου.

"Μαγικός κόσμος"


 Στον μαγικό κόσμο μου, είμαι κυρίαρχος των συναισθημάτων. Μοιράζω

δώρα στα παιδιά τα όνειρα, μεγάλα και ζωγραφισμένα με τα χρώματα του

ουράνιου τόξου. Στους μεγάλους προσφέρω, κουράγιο όσο εκείνο που τους

λείπει τις στιγμές που λυγίζουνε.

Δεν υπάρχει φόβος, γιατί δεν υπάρχει σύστημα ελέγχου. Όταν χαμογελάς, και

γεμάτος πείσμα αντιμετωπίζεις τις δυσκολίες της μέρας, νικάς την φθορά. Ένα βήμα

σου γίνεται το ίχνος της ελπίδας. Θαρρώ πώς όσες και αν είναι οι φουρτούνες, που

συνταράσσουνε την πίστη μας, η «ουσία» είναι το γερό σκαρί της ψυχής. Η λέξη εκείνη

που καθρεφτίζει την καρδιά του χαρακτήρα.

Στον μαγικό κόσμο μου, γιορτάζω τις λύπες και συλλογίζομαι στις χαρές. Γνωρίζω πόσο

δύσκολη είναι η απόλαυση της μοναξιάς. Κάθε που ανάμεσα στους ανθρώπους, καμώνομαι

πώς συγχρωτίζομαι είναι η άμυνα μου στην «δεύτερη» σκέψη τους.

Ήθελα τόσο πολύ να δραπετεύσω από Εκείνους, που μόνο αγαπάνε και μιλάνε πολύ. Ψεύτικα τα πρόσωπα, αληθινά τα άνευρα σώματα τους. Απεγκλωβίστηκα, πετώντας μακριά. Σαν τα αποδημητικά πουλιά.

"Καλημέρα"



Καλημέρα μητέρα! Εσύ που κρατάς το μωρό αγκαλιά, και

το βυζαίνεις καθήμενη στο παγκάκι. Αυτή η πλατεία όταν

είναι ηλιόλουστος ο καιρός, μοιάζει το ομορφότερο τοπίο.

Γεμάτη οικογένειες, παιδιά και ηλικιωμένους που αφιερώνουν

τον ελεύθερο χρόνο τους σε δραστηριότητες, μακριά από την

απομόνωση των άψυχων δωματίων του σπιτιού.

Καλημέρα εργαζόμενε! Γνωρίζω ότι ξύπνησες χαράματα, ώστε να

αντιμετωπίσεις ακόμα μια δύσκολη μέρα .Η καθημερινότητα σου

είναι ένα πεδίο μάχης όπου αγωνίζεσαι με όλες σου τις δυνάμεις

ώστε να κερδίσεις έναν μισθό.

Καλημέρα εξαθλιωμένε! Ξαπλωμένος στα χαρτόνια που έχεις στοιβάξει

στην γωνία του δρόμου είσαι αμίλητος και ανήμπορος. Δεν τολμάς να

αντικρίσεις προς τα πάνω τους διαβάτες. Αυτοί όμως χαμηλώνουν το βλέμμα

καθότι άλλοτε έχουνε τύψεις. Η’ νιώθουνε μακάριοι που ακόμα έχουνε στέγη

να τους φιλοξενεί.

Καλημέρα στους τολμηρούς. Όπως εγώ που τα μάτια μου απ΄το μπαλκόνι φλερτάρουνε

με την όψη του Θερμαϊκού, αποφεύγοντας να ενδώσουνε στην θέα των ψηλών κτιρίων, των

τσιμεντένιων κατασκευών και του καυσαερίου. Η αγαλλίαση είναι τόλμη.

"Θεσσαλονίκη"

Στον  παφλασμό  των  κυμάτων  του  Θερμαϊκού  έχουν  στολιστεί
τα  μαλλιά  σου  σαν  νύφη  απ’τις ευχές  των  περαστικών  στις  βόλτες  τους. Ζευγάρια
έχουν  ευχηθεί  στο  φώς  του  φεγγαριού ,και  παιδιά  ζητωκραυγάσει  τον  θαυμασμό
τους για  το  μπλέ  σου  φόρεμα.
Στις  πλατείες  και  τα  στενοσόκακα  σου, έχω  μεθύσει  με  τις  παρέες  μου ως
νιότης  τραγούδι  με  τους  ομορφότερους  στίχους.
Απ’τα  τείχη  στην  Άνω  Πόλη, ο Βαρδάρης  συνταιριάζει  με  την  ματιά  μου στο
στεφάνι  του  ουρανού. Από  σύννεφα  πλεγμένο  που  τα  όνειρα στριμώχνονται, απομακρύνοντας  τις  καθημερινές  γκρίζες  σκέψεις.
 Εδω  γεννήθηκα  και  ανταμώνω  τους  μύθους  και  τα  ψέματα  της  ζωής κάθε
μέρα. Ανταύγειες  της  νοσταλγίας, θωπεύουνε  την  διάθεση  μου  και  διώχνω  την θνητότητα
της  στιγμής.

Θεσσαλονίκη..

"Η φωνή της"



Όταν ήμουνα παιδί άκουγα τους μεγαλύτερους, να αναφέρονται

στα μέσα μαζικής

επικοινωνίας . Δεν αντιλαμβανόμουνα πολλά.

Μέχρι όμως να ακούσω την φωνή της σε εκείνη την μικρή ορθογώνια συσκευή.

Το ραδιόφωνο που είχε αγοράσει ο πατέρας μου. Μεγαλώνοντας και αλλάζοντας τα

επίπεδα εκπαίδευσης απ’το δημοτικό έως και το πανεπιστήμιο ένιωθα από αγόρι να

γίνομαι άντρας και να ερωτεύομαι ουσιαστικά εκείνη που είχε αναλάβει μία μουσική

εκπομπή. Η Όλγα!

Το γεγονός ότι ασχολούνταν με την μετάδοση rock μουσικής ,αρχικά ήταν αδιάφορο για

τα αυτιά μου ανεξάρτητα εάν στην πορεία την αγάπησα. Περίμενα καρτερικά κάθε Τρίτη και Παρασκευή στις 21.00, για να μοιραστώ μαζί της χαρές και λύπες. Έστω νοητά! Η φράση της που είχα λατρέψει

ήταν μία:

«Καλησπέρα αγαπητές και αγαπητοί ταξιδιώτες των ήχων». Η ζωή όμως πάντα κρύβει εκπλήξεις, ανεξάρτητα αν μας αρέσουνε ή όχι. Δυστυχώς πρίν λίγες μέρες έγινε



γνωστό ότι μετά από 15 χρόνια η παρουσία της στον εν λόγω ραδιοφωνικό σταθμό τερματίστηκε. Οπως και η δική μου αναδρομή στις νότες του παρελθόντος ,που με συντρόφευαν με την βελούδινη χροιά της φωνής της.

"H δικτατορία της ευτυχίας"



Είχε μόλις βγεί απ’το κτίριο του Ο.Α.Ε.Δ.Η κούραση της αναμονής

προκειμένου να καταθέσει χαρτιά για εύρεση εργασίας, ήταν αποτυπωμένη

στο πρόσωπο του. Συνεπακόλουθα και η διάθεση του, ήταν ανάλογη.

Περπατούσε μπροστά από τα μαγαζιά ενός εμπορικού κέντρου ,όταν αντίκρισε

χαρούμενα πρόσωπα να μπαινοβγαίνουν σε αυτά. Στις στάσεις των λεωφορείων, τα χαμόγελα των μοντέλων στις διαφημίσεις έκαναν αισθητή την παρουσία τους.

Και να’ταν μόνο αυτό! Παρέες νεαρών κρατούσανε στις βόλτες τους κινητά τηλέφωνα

και ευθυμούσανε με τα εγκατεστημένα προγράμματα των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.

Η έκπληξη που ένιωθε με βάση την διάθεση του, ήταν μεγάλη. Σύντομα κάθισε σε μία καφετέρια για να πιεί τον αγαπημένο εσπρέσο του.

Η σερβιτόρα που τον προσέγγισε για να λάβει την παραγγελία του ,ήταν εντυπωσιακή

και το πρόσωπο της ακτινοβολούσε λάμψη. Σύντομα μονολογούσε με απορία:

-Tι δυσάρεστα που νιώθω! Όλοι οι συμπολίτες μου μοιάζουν ευτυχισμένοι. Και εγώ;

Ένας ηλικιωμένος στο διπλανό τραπέζι που διάβαζε εφημερίδα, μέσα απ’τα γυαλιά του

τον παρατήρησε με προσοχή .Αντίκριζε ένα διαφορετικό κόσμο ,ερμηνεύσιμο βάσει της

εμπειρίας του. Δεν άργησε να του απευθυνθεί:

-Νεαρέ έχω ξαναδεί αυτή την έκφραση του προσώπου σου, πολλές φορές στην ζωή μου. Να

θυμάσαι τούτο: Όλοι είναι δυστυχισμένοι στην δικτατορία της ευτυχίας.

"H γενιά μου"


 Είδα την γενιά μου να κόβεται σε κομμάτια. Λωρίδες ψυχής

να αναβλύζουνε αίμα και εσύ πατέρα κάθεσαι σε μια γωνιά

του σπιτιού και πίνεις «άψυχο» αλκοόλ. Για να ξεχάσεις τις

συμβουλές που μου έδινες ,όπως και οι υπόλοιποι σαν εσένα.

Για το μέλλον, και ένα καλύτερο αύριο. Απέτυχες!

Μητέρα γιατί κλαίς βουερά ;Μου λες ότι είμαι απαισιόδοξος, και

δεν πιστεύω σε τίποτα. Όχι! Είμαι ρεαλιστής και κυνικός συνάμα.

Παρασύρθηκα σαν κλαδί, όπως η γενιά μου σε ένα ορμητικό ποτάμι

που έκβαλλε στην θάλασσα. Αναζητώντας μία λωρίδα γης ώστε να

ανακαλύψουμε την ελπίδα. Μάταια όμως για τους περισσότερους.

Περιπλέουμε σαν συντρίμμια ναυαγίου.

Και εσύ δάσκαλε; Τουλάχιστον εσένα σου είχα εμπιστοσύνη. Δεν με

πρόδιδες όταν πίστευα τα όμορφα λόγια σου. Πίσω απ΄τα μικροσκοπικά

γυαλιά σου έβλεπα έναν φίλο. Όμως είσαι άνεργος πλέον. Και κάθεσαι κάθε

απόγευμα σε εκείνο το παγκάκι παρέα με τον σκύλο σου.

Είδα την γενιά μου, να μετράει πληγές. Να κοιτάζει ψηλά στον ουρανό, με κλειστά

μάτια και να γυρεύει φίλους στα άστρα. Όπως τα όνειρα που με την σφεντόνα παιδιά

στοχεύαμε ψηλά. Δίπλα στον ήλιο, που τα σύννεφα έκρυβαν λέξεις, εικόνες και αισθήματα.

Να μεταναστεύει ώστε να αποκτήσει εργασία. Έναν μισθό αξιοπρέπειας σε χώρες, που

δεν ταξίδεψε ποτέ στο παρελθόν.

Που δεν τράβηξε φωτογραφίες selfie μέσα σε μουσεία ή δίπλα σε μνημεία. Που δεν διασκέδασε σε χώρους αναψυχής. Παρά περιμένει στην «ουρά», ώστε να μοιράσει

φωτοτυπίες βιογραφικών νωρίς το πρωί.

Η γενιά μου..

"Ευτυχισμένη απομόνωση"


 Μου λείπουνε πολύ εκείνες οι βόλτες με τους φίλους στην

γειτονιά. Όταν περιδιαβαίναμε αγόρια και κορίτσια όλα εκείνα

τα σοκάκια, προτού μετακομίσω απ΄την πόλη μου στην Αθήνα.

Ανάμνηση μοιάζουνε οι συζητήσεις, οι έρωτες, και οι μυρωδιές των

λουλουδιών στις μικρές αυλές.

Το εγκαταλειμμένο σπίτι, που το είχαμε διαμορφώσει στην «Ευτυχισμένη

απομόνωση» με σκοπό να δημιουργήσουμε έναν χώρο όπου θα στεγάζαμε

τις συναντήσεις μας. Είχαμε διακοσμήσει τους ετοιμόρροπους τοίχους με

μικρά κάδρα όπου αντίκριζες τις απόπειρες να ζωγραφίσουμε την έμπνευση μας.

Ένα μικρό ραδιόφωνο, ήταν ο δέκτης ειδικότερα των εκπομπών απ΄τους πειρατικούς

σταθμούς της «μπάντας» των fm.

Κάθε Σάββατο βράδυ, στήναμε αυτοσχέδια πάρτι όπου πρωτογνωρίσαμε το αλκοόλ, το

τσιγάρο, τον έρωτα και τον χορό. Δυστυχώς όλες οι ωραίες στιγμές στην ζωή έχουνε

σύντομη διάρκεια και άδοξο συνήθως τέλος. Οι γονείς λόγω της νέας επαγγελματικής

στέγης του πατέρα μου μετακομίσαμε, και πλέον εδώ και 25 χρόνια είμαι κάτοικος Αθηνών.

Η «Ευτυχισμένη απομόνωση» πληροφορήθηκα, ότι γκρεμίστηκε λίγο αφ’ότου έφυγα και

μετατράπηκε σε νυχτερινό κέντρο διασκέδασης. Θα την θυμάμαι..

"Δώρο Xριστουγέννων"


 Αμέτρητα φωτεινά λαμπιόνια, στόλιζαν το χριστουγεννιάτικο

δέντρο του. Στην κορυφή του μάλιστα, είχε εγκαταστήσει ένα

μεγάλο πλαστικό αστέρι του οποίου θαύμαζε την ομορφιά.

Η φωτιά που σιγόκαιγε στο τζάκι, ήταν η ιδανική αφορμή ώστε να

απολαύσει το αγαπημένο ουίσκι του με πάγο.

Η μοναξιά όμως δεν ήταν εύκολος αντίπαλος. Ειδικότερα τον

τελευταίο χρόνο μετά και τον θάνατο της μητέρας του. Μοναχοπαίδι

όντας πίστευε ότι με την εργασία στο γραφείο, θα ξεχνούσε τις έγνοιες του.

Φεύ! Κάθε μέρα αντιλαμβανόταν ότι δεν θα ήταν τίποτα ικανό, ώστε να

συμπληρώσει τα κενά συντροφιάς του.

Εκείνη όμως η παραμονή Χριστουγέννων, δεν έμοιαζε ίδια με τις προηγούμενες.

Ξαφνικά απ΄την είσοδο της πολυκατοικίας, άκουσε το παρατεταμένο κλάμα ενός μωρού.

Όταν βγήκε στο μπαλκόνι, αντίκρισε μία νεαρή γυναίκα να κρατάει στην αγκαλιά της

σκεπασμένο σε μία κουβέρτα ένα όμορφο βρέφος ,που τα γαλάζια του μάτια φάνταζαν

ωκεανός απόγνωσης.

Η καρδιά του σφίχτηκε, αντιλαμβανόμενος και το πολικό ψύχος που επικρατούσε. Δεν το

σκέφτηκε πολύ. Γρήγορα κατευθύνθηκε ως εκεί ,και με χαμόγελο προέτρεψε την μητέρα με το παιδί της να τον ακολουθήσει ως το διαμέρισμα, προκειμένου να την φιλοξενήσει.

Το δώρο Χριστουγέννων, δεν ήταν περιτύλιγμα αλλά περιεχόμενο, όπως η αγνότητα ενός παιδιού.

"Δώρο γενεθλίων"


 Ήταν νευρικός και ανυπόμονος, καθισμένος μπροστά στον

ηλεκτρονικό υπολογιστή του. Λεπτομέρεια ασήμαντη για κάποιον

μη λάτρη της σύγχρονης τεχνολογίας. Ζωτικής σημασίας όμως για

έναν έφηβο χρήστη των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.

Εδώ και πολλές ώρες καθώς «σερφάριζε» στο internet, είχε διαπιστώσει ότι η

ανάρτηση του με αντικείμενο ένα Ι-Phone δεν είχε κατορθώσει να ξεπεράσει

τον τριψήφιο αριθμό σε likes.Φαινόμενο ασυνήθιστο γι’αυτόν.

Επιπλέον είχε αντιληφθεί, ότι στο facebook οι «φίλοι» του είχανε μειωθεί κατά δύο.

Τα δάχτυλα του ερωτοτροπούσανε με το mouse διαρκώς, όπως και με το πληκτρολόγιο

αλλά οι απόπειρες να πετύχει τον καθημερινό στόχο του δεν καρποφορούσανε.

Όταν μάλιστα διαπίστωσε ότι μία «φίλη» του, τον είχε ξεπεράσει σε likes με την ανάρτηση

μιας φωτογραφίας όπου επεδείκνυε τα κάλλη της δεν άντεξε. Πέταξε το πληκτρολόγιο με

οργή στην οθόνη με αποτέλεσμα να την ραγίσει.

Έκλεισε τα μάτια και κοίταξε το ταβάνι κρατώντας το κεφάλι με τα χέρια. Μετά από λίγα δευτερόλεπτα απρόσμενα χαμογέλασε. Η απότομη μεταβολή συμπεριφοράς είχε εξήγηση.

«Χα!Και τι έγινε; Αύριο θα πάω να αγοράσω με τις προσφορές των χειμερινών εκπτώσεων

έναν καινούργιο υπολογιστή .Ο προηγούμενος μετά από έναν χρόνο χρήσης πάλιωσε, και θέλω ένα νέο μοντέλο, πιο εξελιγμένο .Εξάλλου σε 3 μέρες έχω τα 17α γενέθλια μου!

"Aπώλεια"


 Πίσω απ’το παράθυρο του δωματίου της, μετρούσε

τους ανθρώπους που αψηφούσανε το δριμύ ψύχος

και βαδίζανε εκείνο το βράδυ κατά μήκος του πεζοδρομίου.

Κρυμμένο πίσω απ’τα σύννεφα το φεγγάρι, καθρέφτιζε τις μύχιες σκέψεις και

θώπευε το πρόσωπο της.

«Αλήθεια η απώλεια είναι επιλογή ή στιγμή;» αναρωτιόταν

προτού επιστρέψει στην πραγματικότητα. Επιθυμούσε να παραμείνει

στις αναμνήσεις της, εκείνο το φόρεμα με λέξεις που διακοσμούσε το

παρελθόν. Γονείς, φίλοι, έρωτες..

Μα τι! Η ζωή δίχως άλλο είναι πόλεμος, χωρίς στρατιώτες και όπλα μα απώλειες.

Κρύβει χαρές, μα λύπες περισσότερες που γεννάνε το πείσμα. Αυτό την είχε ωθήσει

να εγκαταλείψει την Ελλάδα, και να διαμένει πλέον εδώ και λίγες εβδομάδες σε μια

πολυκατοικία στα προάστια του Λονδίνου.Η μακροχρόνια ανεργία ,και η οικονομική ανέχεια της οικογένειας της, ήταν λόγοι ικανοί ώστε να αποζητήσει μια χαραμάδα φωτός στο σκοτάδι της ζωής.

Ο μισθός στην εταιρεία που εργαζόταν, ήταν ικανός ώστε να εκπληρώσει τους στόχους που είχε θέσει. Όμως τα όνειρα είναι πουλιά αποδημητικά. Ταξιδεύουνε μακριά και η επιστροφή τους πραγματοποιείται την άνοιξη. Τόσο κοντά στον χειμώνα της επιβίωσης της.

"Απομόνωση"



Στην έρημο της ανακάλυψα την ψυχή, σαν απόνερα ανηθικότητας.

Έμοιαζε νερό, που με ξεδίψασε δίχως ηθικό και άνευρες κινήσεις.

Η απομόνωση, είναι μία γη άνυδρη όπου στο υψηλότερο της όρος

βασιλεύω Εγώ.

Το στέμμα μου, κατασκευασμένο από πολύτιμα πετράδια και ψήγματα

ελπίδας φέγγει στο θαλερό τοπίο που καλύπτει την όραση Τους. Οι

άνθρωποι σκιές βουερές που επισύρουνε κατάρες αποτυχίας, είναι

τυφλοί ώστε να με αντικρύσουνε. Οι λέξεις τέμνονται σε εικόνες απόκοσμες

όπως είναι η περισυλλογή ,η μνήμη, το αδιέξοδο.

Κατά το δοκούν αποφασίζουνε αν είμαι ανεκτός στις παρέες τους, στις

δραστηριότητες που καμώνονται ότι κάθε άτομο οφείλει να συμμετέχει.

Φυσάει..Αέρας κρύος θωπεύει το πρόσωπο ενώ τα λάθη μου ως σπόροι

σκορπίζονται στο χωράφι του προσωπικού χρόνου μου.

Παράλληλος προς τον συμπαντικό, πιο αργός από εκείνο των αναμνήσεων.

Απομόνωση. Πατρίδα λησμονημένη τα πρωινά, όπως οι υπάρξεις στοιχίζονται

στα γραφεία πίσω απ΄την εντολή. Και ο ήλιος τόσο όμορφα λάμπει στο σμίξιμο

μέρας με νύχτα.

Βασιλεύει η φωνή ,ανατέλλει η κραυγή του πόθου μου. Και δεν ήσουνα ποτέ

δίπλα μου. Γιατί;

"Aνθη της παρακμής"


 Είμαστε γυμνοί απέναντι σας. Οι αδυναμίες μας, ως

όπλο αντιμάχονται τον κατασκευασμένο στην άμμο

πύργο της σοβαρότητας και ειλικρίνειας, που καμώνεστε

ότι διαθέτετε. Δεν ισχυριστήκαμε ποτέ, ότι η διαφορετικότητα

του χαρακτήρα είναι εξ’ορισμού ανωτερότητα γνώμης.

Δεν κρυφτήκαμε ποτέ πίσω απ΄το δάχτυλο, όπως απροκάλυπτα

πράττετε.

Ο στρουθοκαμηλισμός εξάλλου, είναι κοντόφθαλμος και αργά ή

γρήγορα οδηγεί σε αδιέξοδο. Είμαστε κενοί απέναντι σας. Από

υστεροφημία, μωροφιλοδοξία, διάθεση για ανέλιξη στην εξουσία. Οι

λέξεις αυτές δεν γεμίζουνε την δεξαμενή των στόχων που θέτουμε.

Ως άνθη της παρακμής σας, λατρεύουμε να αγαπάμε. Να

μοιραζόμαστε τις ανησυχίες για τον βιασμό της φύσης, ως ικανοποίηση

της βιομηχανικής ανάπτυξης. Για την ανέχεια του συνανθρώπου. Για ένα

καλύτερο αύριο με ισονομία και ισοπολιτεία.

Επιθυμούμε να γιορτάζουμε, με άφθονο κέφι την θνητότητα μας. Να μην

μιζεριάζουμε για την σύντομη ζωή και τα προβλήματα της, αλλά να

γευόμαστε την παντοδυναμία της κάθε στιγμής. Απολαύστε την ακμή που

δημιουργήσατε. Σας την χαρίζουμε.

"Aλίμονο"


Αλίμονο σε όσους αγάπησαν. Προδόθηκαν, αμφισβητήθηκαν, και

δεν έγιναν πιστευτοί. Είναι της ζωής οι στιγμές, που ενίοτε γίνονται

αντιληπτές από διαφορετική οπτική γωνία.

Αλίμονο σε όσους «έζησαν». Ερωτεύτηκαν, πόνεσαν ,μα έχουνε αναμνήσεις.

Τα βράδια που άλλοι κοιμούνται «άδειοι» από συναισθήματα, εκείνοι θυμούνται

άλλοτε με χαμόγελο ή δάκρυ μια αγκαλιά. Ένα κρασί που μοιράστηκαν, στην

διασκέδαση της παρέας.

Αλίμονο σε αυτούς που ονειρεύονται. «Ταξιδεύουνε» συνήθως με σπασμένα φτερά, συνέπεια του παρελθόντος .Η διαδρομή που επιθυμούνε να ακολουθήσουνε

είναι μακρινή ως την λύτρωση. Εκείνη την μάνα, που γεννάει την ελπίδα.

Αλίμονο σε αυτούς που «σκέφτονται». Μαύρα πρόβατα στο ανθρώπινο κοπάδι πορεύονται

όταν ξεχωρίζουνε γιατί έχουνε γνώμη, και όχι άποψη. Λίγοι είναι και εκλεκτοί, αυτοί που

διακρίνονται στην βροχή. Σαν σταγόνες κυλάνε στο μάτι των «τέλειων», αυτών που καμώνονται ότι είναι απαραίτητοι ώστε να αποφασίζουνε για μια κοινωνία. Έναν λαό.

Αλίμονο σε εμάς που περιμένουμε. Ένα καλύτερο αύριο, μία νέα ανατολή. Να ακούσουμε

ένα ομορφότερο τραγούδι, να διαβάσουμε ένα ποίημα μωρό της ζωής. Να δημιουργήσουμε τον «τέλειο» άνθρωπο. Δίχως μίσος, απόγνωση και κατήφεια.

"Aδραξε την ημέρα"


 Στεκόταν απέναντι σου, σκυθρωπός και σιωπηλός. Γνώριζες

καλά ποιος είναι, πολύ περισσότερο απ΄τον καθένα. Πίστευες

ότι σε μισεί. Ότι για κάθε βήμα προς τα εμπρός, αυτός θα έμοιαζε με

λάσπη. Η προσπάθεια του να επιβραδύνει τις κινήσεις σου ήταν εμφανής.

Μεγαλώνοντας σου απηύθυνε σε αυστηρό τόνο προειδοποιήσεις.

«Γιατί;», «Όχι με τίποτα», «Δεν πρέπει». Υπάκουγες και δεν βίωνες εμπειρίες

που στην ζωή δεν ξαναβρίσκεις. Η ατολμία σου γεννούσε φόβους και προκαταλήψεις.

Σε συντρόφευε από τότε που είδες το πρώτο φώς της ημέρας, ως χθές το βράδυ.

Έμεινε μια τελευταία σταγόνα βότκα στο ποτήρι. Αντανακλούσε την εικόνα απ΄τα

τρεμάμενα χείλη σου. Για λίγα λεπτά έγινε φίλη. Ψιθύριζε γλυκά στις επιθυμίες που

στοίχειωναν στο κάστρο των ανεκπλήρωτων ερώτων. Των ελάχιστων διασκεδάσεων.

Της ψυχρής επικοινωνίας με τους συνανθρώπους. Αυτούς που δεν μοιράζονταν τους

προβληματισμούς σου.

«Άδραξε την ημέρα ,η ζωή είναι σύντομη».

"Αγιος Βασίλης"



Ξεφύλλιζε το άλμπουμ φωτογραφιών του. Εκείνο που

συνέδεε το παρελθόν με το παρόν. Η γέφυρα αναμνήσεων

που θύμιζε διάφορες περιόδους στην ζωή του. Παιδικά χρόνια

εφηβεία, φοιτητικά χρόνια..

Ήταν παραμονή Χριστουγέννων, και ο δείχτης του δεξιού χεριού

πίεζε εκείνη την αγαπημένη οικογενειακή στιγμή. Η φωτογραφία

με τους γονείς και την μικρότερη αδελφή του, είχε φόντο το χριστουγεννιάτικο

δέντρο και τα δώρα που το περιέκλειαν.

Ήταν μαθητής Δημοτικού, και κρατούσε έναν μικρό Άγιο Βασίλη. Τον αγαπούσε

πολύ και πίστευε στην ύπαρξη του. Μάλιστα για πολλά χρόνια, έστελνε και γράμμα

που του ζητούσε δώρα στην μακρινή Λαπωνία όπου θεωρούσε ότι έμενε. Μεγαλώνοντας

βέβαια αντιλήφθηκε ότι η πεποίθηση του, ήταν ένα ακόμα όμορφο όνειρο, όπως όλα

τα παιδιά έχουνε.

Ξαφνικά στο σαλόνι «εισέβαλλαν» ντυμένα όπως ο πάλαι ποτέ μύθος, η κόρη

και ο γιός του. Δίχως άλλο τα αγκάλιασε, όπως σε εκείνη την φωτογραφία οι γονείς

με την αδελφή του.

"Τρία κόρνερ,ένα πέναλτυ"


 Επέστρεφε απ΄την εργασία του, και η κούραση στο πρόσωπο ήταν

εμφανής. Πεινούσε πολύ και είχε την ανάγκη όταν φθάσει

στο σπίτι να μπει κάτω απ΄την ντουζιέρα και να κάνει ένα αναζωογονητικό

μπάνιο.

Η διάθεση του όμως άλλαξε άρδην, καθώς περνούσε μπροστά από μία αλάνα

όπου 2 ομάδες παιδιών είχανε τεθεί αντιμέτωπες σε αγώνα ποδοσφαίρου.

Την ίδια στιγμή ένιωσε ένα χτύπημα στην ωμοπλάτη. Η έκπληξη του δεν άργησε

να εκδηλωθεί ,όταν αντίκρισε ένα γνώριμο πρόσωπο.

-Νίκο!

-Γιώργο!

Αγκαλιάστηκαν και χαμογέλασαν δίχως δεύτερη κουβέντα.

-Πόσο καιρό έχω να σε δώ!

-Και εγώ το ίδιο. Λόγω υποχρεώσεων δεν έχω τον ελεύθερο χρόνο που θα ήθελα.

-Πάσχουμε από την ίδια αρρώστια.

-Θυμάσαι πόσες ώρες την ημέρα παρέα με τα άλλα γειτονόπουλα παίζαμε ποδόσφαιρο;

-Eχεις δίκιο. Γιατί δεν συμμετέχουμε και εμείς στον αγώνα που εκτυλίσσεται μπροστά

μας; Ειδικά ως τερματοφύλακες ήμασταν καλοί θαρρώ.

"Ουράνιο τόξο"


 Πέρασε η μπόρα.Ο ήλιος δειλά δειλά αποκάλυπτε τις προθέσεις

του παρουσιάζοντας το ομορφότερο πρόσωπο του. Δεν έμοιαζε σαν

τις άλλες καθότι μετά το ουράνιο τόξο πρόβαλλε πάνω απ΄την πόλη.

Τι όμορφα χρώματα! Να αρπάξεις το κόκκινο, και να σταματήσεις ως

φανάρι αξιών στον δρόμο της ζωής τον πόλεμο. Την δυστυχία και την

φτώχια.

Να ζωγραφίσεις με το μπλε, την μολυσμένη θάλασσα όπου οι κηλίδες

πετρελαίου και το παράνομο κυνήγι μεγάλων θηλαστικών έχουνε ξεβάψει

το φόρεμα της.

Να ονειρευτείς με το πράσινο αγκαλιά, τα καμένα δάση όπου έχουν προσφερθεί

θυσία στον βωμό της βιομηχανικής ανάπτυξης. Να ανταλλάξεις το πορτοκαλί, με το γκρίζο

απάνθρωπο πρόσωπο των πολυκατοικιών και των δρόμων. Να μετατραπεί ο πίνακας

της καθημερινότητας σε ένα νεωτεριστικό ρεύμα τέχνης, όπου το σουρεάλ βολτάρει

με την μονοτονία.

Το βιολετί άγγιγμα του ουρανού, να μελαγχολεί το βλέμμα μας ψηλά για τις όμορφες

στιγμές που μοιραστήκαμε με αγαπημένους ανθρώπους. Γιατί ερωτευτήκαμε, τολμήσαμε

οραματιστήκαμε. Η θλίψη των άσχημων αναμνήσεων να μεταμορφωθεί σε αισιοδοξία.

Όπως μοιάζει η γέννηση ενός μωρού, η ανατολή του ήλιου και το ομορφότερο τραγούδι

που αγγίζει τα αυτιά.

"Mακριά γαιδούρα"


 Η μεγάλη ώρα είχε φτάσει! Ενα λεπτό πριν τα μεσάνυχτα, η πλατεία

έμοιαζε σαν ωρολογιακή βόμβα.Η δημοσίευση στο facebook και οι

εκατοντάδες κοινοποιήσεις της ήταν σαφής.

«Γκρεμίζουμε το παρόν-Aναβιώνουμε το παρελθόν»-24.00 απόψε συναντιόμαστε

στην κεντρική πλατεία».Η ομάδα που είχε συντάξει την ανακοίνωση

και αυτοαποκαλούνταν « Απροσάρμοστοι», είχε προκαλέσει

πονοκέφαλο στους υπεύθυνους της αστυνομικής διεύθυνσης

εκείνο το βράδυ του Ιουνίου.

Η πόλη βρισκόταν σε αναβρασμό, καθώς η είδηση για την επικείμενη συγκέντρωση

προμήνυε αν μη τι άλλο επεισόδια.

Ξαφνικά ακριβώς στις 24.00,δεκάδες νεαροί και νεαρές εμφανίστηκαν στην πλατεία

και την πλημμύρισαν με φωνές και γέλια. Απο τις τσάντες που κουβαλούσανε ,έβγαλαν

μπάλες ,μπίλιες, κάρτες με φωτογραφίες ποδοσφαιριστών και οδηγών της Formula 1 και άλλα εξαρτήματα για ομαδικά παιχνίδια.

Αρκετά αγόρια έπαιζαν «μακριά γαιδούρα», ενώ τα κορίτσια ασχολούνταν με τα «μήλα». Άλλες παρέες έπαιζαν «κρυφτό» ενώ από τα γύρω μπαλκόνια των πολυκατοικιών αρκετοί πολίτες χαμογελούσαν και αποθανάτιζαν τα

δρώμενα με βίντεο στα κινητά τους τηλέφωνα. Κάποιοι μάλιστα από αυτούς, παρείσφρησαν

στην πλατεία ως άλλοι ανεπιθύμητοι λόγω ηλικίας ώστε να ξαναθυμηθούν τα νιάτα τους.

Φυσικά λόγω της ζέστης που επικρατούσε, δεν έλειψε και το μπουγέλο ειδικά με μπαλόνια νερού που οι συμμετέχοντες γέμιζαν από την βρύση της πλατείας.

Το βράδυ έκβαλλε ως άλλο ποτάμι στην θάλασσα μιας άλλης ξέγνοιαστης παιδικότητας είτε

γι’αυτούς που την είχανε βιώσει ως το μεδούλι είτε για εκείνους που έπαιρναν μία πρώτη γεύση, καθότι εκπρόσωποι μίας γενιάς χωρίς παιχνίδια και δραστηριότητες στην αλάνα και τον χωμάτινο δρόμο.

"Εσυ"



Εσύ δεν είσαι αυτός που προσπαθείς να πείσεις

τον διπλανό σου ότι στην ζωή επιβιώνει ο πιο δυνατός;

Και εγώ που ανήκω σε αυτούς που έχουνε αισθήματα για

τον συνάνθρωπο μου, λογικά θεωρούμαι παρίας.

Της κοινωνίας σου! Αυτή που ταΐζει με εικόνες και διδάγματα

τον άνθρωπο από μικρή ηλικία, σε ταχύτητες απρόσωπες και

διαλυτικές.

Εσύ δεν είσαι εκείνος που δείχνει με το δάχτυλο του, τον ορίζοντα

μέσα από καπνούς και μυρωδιά αίματος και θειαφιού; Oπωσδήποτε!

Κάθε πόλεμος είναι μια επιχείρηση υπερθεματίζεις και κάθε δολάριο ή ευρώ

που τον ανατροφοδοτούν δεν έχουν παρά μονάχα σκλάβους και πιστούς.

Αγαπώ το μίσος σου, γιατί η ένωση των αισθημάτων μας γεννάει ένα μωρό. Την οργή. Δεν σβήνει παρά μόνο το

βράδυ προτού συγκεράσω τα όνειρα με την σκληρή πραγματικότητα που έζησα



ακόμα μια μέρα. Μια αρχή, για κάθε Εσύ. Ένα τέλος για κάθε Εμένα..

"Eνα λουλούδι,στην γλάστρα της καθημερινότητας"


Απορώ με την επιμονή σου. Δεν μπορείς να συνειδητοποιήσεις

ότι το να ζω με τις αδυναμίες και τα λάθη μου, είναι επιλογή;

Δύσκολη και επώδυνη μεν, αλλά συνυφασμένη με τις αξίες που

διατηρώ.

Όταν υπόκειμαι στην τελική κρίση, ως άλλος Ιανός φροντίζεις να

μου υποβάλλεις ερωτήσεις. Το άλλο ήμισυ του εαυτού μου, απορεί

με το συνειδητό.

«Οι πράξεις βλάπτουνε το συμφέρον σου» τονίζεις με στόμφο.

«Προσαρμόσου, συμβιβάσου, συμμορφώσου στις επιταγές της κοινωνίας»

διατυμπανίζεις όταν πρέπει να λάβω την απόφαση. Να σου πω την αλήθεια;

Aυτή που άδολα τρέφω στην γλάστρα της καθημερινότητας. Ένα λουλούδι

ευωδιάζει ανεξάρτητα από την βρωμιά και την λάσπη του περιβάλλοντος που

επιβιώνουμε.

Ας γέρνει τα πέταλα του στον ήλιο, και ας ποτίζεται με καλοσύνη αραιά και πού.

Η μνήμη είναι χώμα, που κάθε σπόρος φυτρώνει και αναπτύσσεται γρήγορα ή όχι

ανάλογα με την επιμονή στα θέλω μας.

Άσε με ήσυχο λοιπόν και να θυμάσαι..

«Ζω για να ελπίζω, να μοιράζομαι τις λίγες χαρές και να πεισμώνομαι απ΄τις αμέτρητες

λύπες».

"Ανω Πόλη Θεσσαλονίκης"

Η  θέα της  Θεσσαλονίκης, από  την  Άνω  Πόλη  είναι  μοναδική! Αυτό
το  γνώριζε  και  πρόθυμα  κατευθύνθηκε  ως  εκεί  βαδίζοντας  από  την
πλατεία  Ναυαρίνου όπου διέμενε.
Λίγο  η  κούραση  από  την  εργασία  της  εβδομάδας ,και  αρκετά  η  διάθεση
του  να  διευρύνει  τις  εικόνες  της  μνήμης  του, με «φωτογραφικό  φακό» τα
μάτια  ήταν  η  ώθηση  προς  την  περιδιάβαση  του. Από  τα  βυζαντινά  τείχη, έμοιαζε  να υπερίπταται  στον  ορίζοντα, και  να  λιτανεύει  την  αυταρέσκεια  του  ως  κάτοικος
της  αγαπημένης πόλης του.
Έτσι  την  ένιωθε  απ΄τα  φοιτητικά  του  χρόνια, παρά  το  γεγονός  ότι  είχε γεννηθεί
σε  ένα  χωριό  της  Ηπείρου. Όμως  η αναζήτηση  του  δεν  είχε  τελειωμό. Η  μυστηριακή
χροιά  των  κήπων  του  Πασά, συνάμα  με  την  πράσινη  ομορφιά  του  τοπίου ήταν  η
μαγική  πύλη  των  αναζητήσεων  του.

"8001"


 Το τρεμάμενο χέρι του μετά βίας είχε βάλει την θηλιά

του σχοινιού γύρω απ΄τον λαιμό. Ήταν μόνος στο σπίτι όπως

εδώ και μερικούς μήνες μετά τον χωρισμό του.

Οι κρύοι τοίχοι του δωματίου απομόνωναν την απελπισία του

απ’τα άκριτα βλέμματα και λόγια των συνανθρώπων του. Το

διαζύγιο με την Άννα συνεπικουρούμενο απ’την έλλειψη εργασίας

που του στοίχιζε σε χρήματα και ψυχολογία ,ήταν μία κενή οθόνη

απέναντι απ’το βλέμμα του.

Ανοιγόκλεινε τα μάτια και η υγρή υφή τους έμοιαζε με θάλασσα αναζήτησης.

Ευθυνών, ανθρωπιάς, συντρόφου και φίλων. Έλειπαν πολύ απ΄την καθημερινότητα

του οι διαπροσωπικές σχέσεις που θα ήταν ικανές να σταθούνε αποκούμπι.

Μετρούσε μία μία τις στιγμές εκείνες που στην διαδρομή της ζωής , ήταν οάσεις στην έρημο. Ήταν αργά όμως. Στο ύψος της καρδιάς, είχε γράψει πάνω στην τσέπη του

πουκαμίσου ένα νούμερο.”8001”.

Είχε ενημερωθεί λίγες ώρες πριν από μία ιστοσελίδα του internet,ότι τα τελευταία χρόνια

στην Ελλάδα σύμφωνα με επίσημα στατιστικά στοιχεία του κράτους οι αυτοκτονίες είχαν

ξεπεράσει τις 8000.Επομένως για τα δεδομένα της ημέρας, θα ήταν ο πρώτος που θα έσερνε τον χορό των νεκρών της επόμενης χιλιάδας.

Έκλεισε τα μάτια και κατόρθωσε, με λίγη προσπάθεια να σπρώξει με τα πόδια στο πλάι

το σκαμνάκι που στεκόταν επάνω. Δεν επιχείρησε ούτε μία στιγμή ,να σώσει τον εαυτό του.

Η θηλιά τον είχε σκοτώσει..